κοντά

κοντά
επίρρ.
1) близко; поблизости; около, возле; недалеко, рядом;

κοντά μου — возле меня;

κοντά σε — около, возле, недалеко;

πλησιάζω κοντά — приближаться;

έλα κοντά! — иди ко мне!;

η πόλη είναι κοντά — до города близко;

κοντά κοντά очень близко, рядом;

2) недавно; скоро, вскоре;

κοντά τα ξημερώματα — незадолго до рассвета;

τώρα κοντά — только что, недавно;

3) почти;

είναι κοντά μιά ώρα, πού... — почти час, как...;

4) по сравнению, в сравнении;

κοντά σ'αύτό — по сравнению с этим;

5):

κοντά σε κάποιον — около кого-л., вместе с кем-л., из-за кого-л.;

κοντά σε μένα τραβάει κι' αυτός — из-за меня, по моей вине страдает ещё и он;

§ από κοντά — а) следом, по пятам;

παίρνω κάποιον από κοντά — преследовать кого-л., идти по пятам кого-л.; — б) близко, вплотную;

εξετάζω από κοντά το ζήτημα — подойти вплотную к вопросу;

γνωρίζομαι από κοντά — познакомиться близко;

περνώ από κοντά — проходить мимо;

κοντά στα άλλα — при этом, к тому же


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Полезное


Смотреть что такое "κοντά" в других словарях:

  • κοντά — (I) (Μ κοντά) επίρρ. 1. (τοπικό) πλησίον, εγγύς, δίπλα («μένει κοντά στη μητέρα της») 2. (χρονικό ή ποσοτικό) σχεδόν, περίπου (α. «είναι κοντά πέντε μέρες που περιμένω την απάντησή σου» β. «η συνεδρίαση τελείωσε κοντά στα ξημερώματα») νεοελλ. 1.… …   Dictionary of Greek

  • κοντά — επίρρ. τοπ. 1. πλησίον, σιμά: Το σπίτι του είναι κοντά στο σχολείο. 2. περίπου, σχεδόν: Είναι κοντά τρεις μέρες τώρα που βρέχει συνέχεια. 3. σε σύγκριση, μπροστά σε κάτι: Αυτό δεν είναι τίποτα κοντά σ αυτό που είδα εγώ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κόντα — η μουσ. 1. καταληκτικό πέρασμα, στη μουσική σύνθεση, βασισμένο στην επιμήκυνση ή στην εκ νέου ανάπτυξη ενός έργου ή ενός τμήματός του 2. ειδικά καλλωπισμένο μελισματικό υλικό για να υπογραμμιστούν περισσότερο οι καταλήξεις τών πολυφωνικών… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»